("Ἐφημερίδα τοῦ Κ.Σ.Μ."/τεῦχος 162/Ὀκτώβριος 2012)
Δεν πρόλαβαν να σβήσουν τα φώτα της τελετής λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και άρχισαν οι συζητήσεις (και οι αντεγκλήσεις) για την τύχη των διάσπαρτων ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Συζητήσεις (και αντεγκλήσεις) που δεν κόπασαν, παρότι πέρασαν ήδη οκτώ χρόνια, και δεν φαίνεται να κοπάσουν στο άμεσο μέλλον. Λογικό αφού η θέα των περισσοτέρων από αυτές είναι θλιβερή και δεν φαίνεται να αλλάζει σύντομα, όπως αποδεικνύουν οι περιπέτειες εκείνων, για τις οποίες έγινε μία προσπάθεια αξιοποίησης.
Τις δυσοίωνες προβλέψεις επικύρωσε μία τελευταία απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία η μετατροπή των προσωρινών εγκαταστάσεων για το αγώνισμα του Μπάντμιντον, στο Πάρκο Γουδή, σε μόνιμες κρίθηκε αντισυνταγματική. Έτσι, βρέθηκε στο αέρα η πιο πετυχημένη αξιοποίηση ολυμπιακών εγκαταστάσεων, η οποία έχει περάσει από σαράντα κύματα χωρίς ποτέ να ολοκληρωθεί, εξαιτίας των εμμονών γνωστών κύκλων, τους οποίους δήθεν ενοχλούσε η “ρανίδα” των μόλις οκτώ δομημένων στρεμμάτων στον “ωκεανό” των 3.500 στρεμμάτων του Πάρκου. Τους επιβράβευσε άλλωστε η εφήμερη και ανεκδιήγητη “περιβαλλοντολόγα” υπουργός, που φρόντισε, λίγο πριν ξεκινήσει την παρισινή παρεπιδημία της με έξοδα των φορολογουμένων, να προδιαγράψει την κατεδάφισή τους όταν λήξει η σημερινή 20ετής μίσθωσή τους!
Η οικοδομική άδεια του θεάτρου, το οποίο είχε γίνει γνωστό και στο εξωτερικό λόγω των δημοφιλών παραστάσεων που ανέβαζε, ακυρώθηκε και το ίδιο το θέατρο κρίθηκε αυθαίρετο επειδή η προσωρινή εγκατάσταση μετατράπηκε σε προσωρινή σε μόνιμη, ενώ η ανέγερσή της είχε συνδυαστεί με την απομάκρυνσή της μετά τους αγώνες, και επειδή άλλαξε χρήση από αθλητική σε πολιτιστική. Η απόφαση προφανώς θα θεμελιώνεται επαρκώς από τυπική άποψη. Από άποψη ουσίας, όμως, όχι. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις για να γίνει αντιληπτό ότι όχι μόνο αυτή η περιορισμένων διαστάσεων παρέμβαση δεν υποβαθμίζει τον αχανή χώρο του Πάρκου, αλλά, αντίθετα, του δίνει ζωή με δραστηριότητες κατά κανόνα υψηλού επιπέδου και με απήχηση στο κοινό.
Το Θέατρο του Μπάντμιντον δεν είναι το μοναδικό θύμα της μισαλλοδοξίας των «ταλιμπάν» της οικολογίας και των κατά περίπτωση συναγωνιστών τους. Σε ανάλογα γρανάζια έχει μπλέξει και η αξιοποίηση τόσο της Μαρίνας του Αγίου Κοσμά, όσο και του Γηπέδου Μπάσκετ στο Γαλάτσι. Επειδή, όπως λέγεται, «όταν κάτι συμβαίνει μία πρώτη φορά είναι τύχη, όταν επαναλαμβάνεται για δεύτερη φορά σύμπτωση και όταν γίνεται και τρίτη παράδοση», η σχεδόν ταυτόσημη πορεία της απόπειρας αξιοποίησης των τριών ολυμπιακών εγκαταστάσεων δείχνει ότι η μοίρα τους ήταν προδιαγεγραμμένη εξαιτίας ανίατων χρόνιων (μεταπολιτευτικών) πληγών του κράτους και της κοινωνίας, θύματα των οποίων έχουν πέσει και άλλα φιλόδοξα και μεγαλόπνοα σχέδια.
Το πρώτο ζευγάρι αδυναμιών ενοχοποιεί τους κυβερνητικούς και κρατικούς μηχανισμούς. Αυτοί, για διάφορους λόγους, από τη μια υπονομεύουν προκαταβολικά την υλοποίησή τους και από την άλλη δεν κατοχυρώνουν επαρκώς την τυπική νομιμότητά τους. Αν, λοιπόν, στην περίπτωση του θεάτρου του Μπάντμιντον κάποιοι κυβερνητικοί ή/και υπηρεσιακοί παράγοντες είχαν εξαρχής προδιαγράψει την αποκλειστική του χρήση για αθλητικούς σκοπούς και την απομάκρυνσή του μετά από συγκεκριμένους αγώνες, τότε είχαν ενσυνείδητα και ασύγγνωστα τορπιλίσει πριν καλά-καλά σχεδιαστεί κάθε μεταγενέστερη αξιοποίησή της. Αλλά και οι διάδοχοί τους, που δρομολόγησαν την αξιοποίηση χωρίς να εξουδετερώσουν τις νάρκες και να εξασφαλίσουν εκ των προτέρων την τυπική κατοχύρωσή της, δεν πάνε πίσω. Όμως δεν πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση. Τέτοιου είδους απερισκεψίες και απρονοησίες (με ή χωρίς εισαγωγικά) είναι ενδημικές στην ελληνική πραγματικότητα. Δυστυχώς, όμως, οι ευθύνες αυτής της πλευράς δεν σταματάνε εδώ. Ακόμα και όταν αποφασισθεί κακήν-κακώς η προώθηση της διαδικασίας της αξιοποίησης, η προχειρολογία, η βιασύνη της τελευταίας στιγμής, η προετοιμασία στο “άρπα-κόλλα”, η τσαπατσουλιά, η αδιαφορία και άλλες χρόνιες διοικητικές ασθένειες, την αφήνουν έκθετη στις κακόβουλες διαθέσεις των πολέμιων κάθε προόδου. Οι οποίοι, όπως φαίνεται, διαθέτουν μία “πέμπτη φάλαγγα” στα ενδότερα της δημόσιας διοίκησης, η οποία είτε υπονομεύει τα έργα εκ των έσω είτε ενημερώνει υπογείως τους “καλοθελητές” για τα ευάλωτα σημεία τους.
Η δεύτερη πληγή είναι οι τοπικοί δημοτικοί άρχοντες, οι “περίοικοι” και, τέλος, τα ποικιλώνυμα σωματεία των γύρω περιοχών. Οι πρώτοι δεν παρεμβαίνουν, κατά κανόνα, με στόχο τη δυσφήμιση ή την καταγγελία της νομιμότητας της αξιοποίησης. Αυτές αποτελούν τα “όπλα” τους. Επιδίωξή τους είναι η οικειοποίηση των υφιστάμενων χώρων ή εγκαταστάσεων και η, μέσω αυτής και της διαχείρισής των, προσωπική τους προβολή στους δημότες τους. Και τούτο παρότι αφενός μεν αυτ’ο που έχουν βάλει στο μάτι χρηματοδοτήθηκε από τη φορολόγηση όλων των Ελλήνων και όχι μόνον των δημοτών τους, αφετέρου δε πάλι, μέσω της κρατικής ενίσχυσης που θα ζητήσουν για τη συντήρησή του, πάλι θα προσφύγουν στην τσέπη εκείνων που διαμένουν μακριά από τα όρια του μετεριζιού τους. Βέβαια, υπάρχουν και εξαιρέσεις. Αμφίπλευρες. Υπάρχουν δημοτικοί άρχοντες που “βάζουν πλάτες”, ακόμα και σε βάρος της δημοτικότητάς των, για να στηρίξουν ακόμα και μέτρια σχέδια, υπάρχουν και δημοτικοί άρχοντες που σαμποτάρουν εσκεμμένα ακόμα και τα καλύτερα σχέδια.
Οι αρνητικής προδιάθεσης δημοτικές αρχές έχουν παραστάτες τους “περίοικους”. Τα εισαγωγικά είναι απαραίτητα γιατί πολλοί από αυτούς είτε δεν είναι πραγματικοί περίοικοι, είτε υποκινούνται από τρίτους, είτε, αγνοώντας τις πραγματικές διαστάσεις των θεμάτων, πέφτουν θύματα της προπαγάνδας επιτηδείων. Οι υπόλοιποι, οι ενσυνείδητα αντίθετοι, κατά κανόνα μία μειοψηφία, κινούν απλά τα νήματα. Τα εισαγωγικά είναι δυο φορές απαραίτητα για τις τρεις επίμαχες περιπτώσεις αξιοποίησης ολυμπιακών εγκαταστάσεων γιατί η θέση των τελευταίων, στο μέσο αδόμητων εκτάσεων και μακριά από κατοικίες, αναιρεί αυτή την ίδια την έννοια της “περιοίκησης”.
Από την τελευταία συνιστώσα των “περιοίκων”, τους ενσυνείδητα αντίθετους, συγκροτείται ο σκληρός πυρήνας των διαφόρων συλλόγων και των ποικίλων σωματείων, στο ενεργητικό των οποίων ως μοναδική δραστηριότητα πιστώνεται το “κυνήγι των μαγισσών”, δηλαδή των έργων. Οι αφοσιωμένοι στον σκοπό ακτιβιστές τους ξεσκαλίζουν ό,τι στοιχείο βρουν για να ανακαλύψουν την “αχίλλειο πτέρνα” του και να προσφύγουν στα δικαστήρια. Εκούσιο αρωγό στο έργο τους έχουν την πληροφόρηση από το δίκτυο των προσκείμενων στις ιδέες τους δημόσιων λειτουργών, οι οποίοι, αντιδεοντολογικά, προτάσσουν της εκτέλεσης των καθηκόντων τους την εξυπηρέτηση των ιδεοληψιών τους και των ομοϊδεατών τους. Ακούσιο αρωγό στο έργο τους έχουν την Δικαιοσύνη, η οποία, με τους ρυθμούς χελώνας με τους οποίους κινείται και με την ευχέρεια των αλλεπάλληλων παρεμβάσεων που τους παρέχει, τους δίνει την ευχέρεια να τρενάρουν για χρόνια μια υπόθεση εξαντλώντας και την πιο “γαϊδουρινή” υπομονή!
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι κατά κανόνα δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε παραπάνω από τον εαυτό τους. Απλά, η στράτευσή τους σε έναν σκοπό τους προσφέρει “φωνή”, ανάλογη της οποίας δεν αναζητούν οι πραγματικοί περίοικοι που έχουν αντίθετη άποψη, είτε γιατί είναι πολυάσχολοι, είτε γιατί ανήκουν στην μερίδα των πολιτών που πιστεύουν ότι αυτά τα θέματα πρέπει να τα χειρίζονται οι αρμόδιοι εκπρόσωποί τους, είτε γιατί φοβούνται τυχόν αντίποινα εξαιτίας της ψυχολογικής τρομοκρατίας που ασκούν τα ασκέρια των οργανωμένων “ταλιμπάν” κάθε υπόθεσης.
Έτσι, με επωνυμίες που συσχετίζουν τα γκρουπούσκουλά τους με την κατά περίπτωση περιοχή, σφετερίζονται την εκπροσώπηση του συνόλου των περιοίκων και, στο όνομα αυτών, προβάλλουν ή και επιβάλλουν στανικά την άποψή τους. Την ως επί το πλείστον αναντιστοιχία των επιδιώξεών τους και της βούλησης του σώματος των περιοίκων απέδειξε περίτρανα πριν από λίγο καιρό δημοσκόπηση πόρτα με πόρτα που οργάνωσε ο δήμαρχος της πρωτεύουσας σε μια συνοικία της σχετικά με ένα έργο που επρόκειτο να γίνει εκεί, το οποίο είχαν παρεμποδίσει ποικιλοτρόπως οι τοπικοί ακτιβιστές και οι καθοδηγητές τους. Παρότι δεν είχε προηγηθεί παρά μόνον η μονομερής προπαγάνδα των τελευταίων, οι περίοικοι ετάχθησαν υπέρ του έργου σε αναλογία της τάξης του 3 προς 1!
Δύο είναι τα κίνητρα αυτών που χειραγωγούν αυτές της κινήσεις: η αποφυγή της αναβάθμισης των περιοχών, για να ενδημεί η μιζέρια που τους φέρνει, όπως ευελπιστούν, οπαδούς και η αποστροφή προς την ενεργότερη συμμετοχή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, της οποίας ενδεχόμενη καλή εντύπωση μπορεί να αναστρέψει καθεστηκυίες ιδεοληψίες. Εξυπακούεται ότι οι (κατά κανόνα) περιβαλλοντικές, αρχαιολογικές ή ο,τιδήποτε άλλο ευαισθησίες που επικαλούνται ότι τους παρακινούν δεν είναι παρά εύπεπτες και ελκυστικές προφάσεις, προς άγραν ευπίστων και απόκρυψιν των πραγματικών στόχων. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το ότι, όποιος ανασκαλέψει λίγο πίσω από την βιτρίνα θα πέσει πάνω σε λίγα, πάντα τα ίδια, πρόσωπα με ένα κοινό κομματικό στίγμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου