("Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ."/τεύχος 166/Ιούνιος 2013)
Η αφορμή
Στην ομιλία του «Η καθ’ημάς προστασία του περιβάλλοντος» ο Διονύσης Γουσέτης αναφέρθηκε στην περιπέτεια της κατασκευής ενός υπόγειου σταθμού αυτοκινήτων που επρόκειτο να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες του Α’ Νεκροταφείου της πρωτεύουσας, αλλά και τους περίοικους. Δηλαδή σε μια “πονεμένη ιστορία”, η οποία, ωστόσο, παρά το περιορισμένο ενδιαφέρον του φυσικού αντικειμένου (δηλαδή του έργου), έχει ευρύτερο ενδιαφέρον ως υπόθεση, γιατί αναδεικνύει τα “παράθυρα” που επιτρέπουν στους πολέμιους κάθε ανάπτυξης στον τόπο να ματαιώνουν επενδύσεις, Ως εκ τούτου, αξίζει να εξιστορηθεί.Η διαδικασία
Τέλειωνε ο 20ος αιώνας και το αρμόδιο υπουργείο έκρινε πως, εξαιτίας της επικείμενης διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, οι υποδομές της πρωτεύουσας έπρεπε να εμπλουτισθούν και με χώρους στάθμευσης. Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι ότι η ανάγκη τους προϋπήρχε, αλλά κανείς δεν επωμιζόταν ως τότε το πολιτικό κόστος που συνεπαγόταν η σύγκρουση με κατεστημένες ιδεοληψίες και δυναμικές μειοψηφίες. Επειδή, όμως, δεν υπήρχαν πλέον κατάλληλοι ελεύθεροι χώροι σε οικοδομικά τετράγωνα, οι τότε αρμόδιοι οδηγήθηκαν στην εύλογη επιλογή της κατασκευής των κάτω από κοινόχρηστες επιφάνειες, επιλογή στην οποία είχαν καταλήξει προ πολλού όλες οι μεγάλες πόλεις που αντιμετώπιζαν ανάλογο πρόβλημα στάθμευσης. Χωρίς, μάλιστα, «να ανοίξει μύτη» γιατί αυτό επιβάλλει η κοινή λογική. Στην Αθήνα, όμως, όπου η τελευταία αποτελεί «είδος εν ανεπαρκεία» έμελλε να ανοίξουν όχι μύτες, αλλά μέτωπα (αντιπαράθεσης) και να απειλείται να ανοίξουν και κεφάλια!
Επειδή, λοιπόν, οι κοινόχρηστες επιφάνειες δεν ανήκουν στην κεντρική εξουσία, χρειάστηκε να ερωτηθούν αν συμφωνούν να χρησιμοποιηθεί ο υπόγειος χώρος των ιδιοκτησιών τους και οι τοπικές εξουσίες. Αυτές συμφώνησαν. Μάλιστα, ο τότε Δήμαρχος της πρωτεύουσας ζήτησε περισσότερους χώρους στάθμευσης και το αίτημά του έγινε αποδεκτό. Επειδή, όμως, «δει δη χρημάτων και άνευ τούτων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων» και αυτά δεν περίσσευαν ακόμα και κατά την αιχμή της προ-ολυμπιακής ευφορίας, επιλέχθηκε η κατασκευή τους με την μέθοδο της παραχώρησης, σύμφωνα με την οποία το κράτος δεν βάζει και πολύ βαθειά «το χέρι του στην τσέπη», αλλά ζητά την ευγενική (με το αζημίωτο) συνδρομή του εκάστοτε αναδόχου, πάλι στο ίδιο μήκος κύματος με την διεθνή πρακτική.
Με αυτά τα δεδομένα, η υπηρεσία που επιφορτίσθηκε με την σχετική αρμοδιότητα ξεκίνησε, πάντα με βάση την διεθνή εμπειρία, την δημοπράτηση των έργων κατά ομάδες, και τούτο επειδή μερικά από αυτά κρίνονται αποδοτικά και μερικά όχι, οπότε τα τελευταία, αν δεν ομαδοποιηθούν, κινδυνεύουν «να μείνουν στο ράφι». Η πιάτσα αποκαλεί τη μέθοδο «ένα φιλέτο και έναν κατιμά».
Έτσι, ο υπόγειος σταθμός του Α’ Νεκροταφείου, ως “φιλέτο”, βρέθηκε παρέα με έναν “κατιμά” στην Καλλιθέα και έναν “ούτε κρύο ούτε ζέστη” στην Οδό Διοχάρους. Όμως, η προ-ολυμπιακή αναμπουμπούλα δεν άφηνε περιθώρια για να δρομολογηθούν τα πάντα. Οι προσφορές για τη συγκεκριμένη ομάδα υποβλήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2003, όταν ήταν προφανές ότι «το πουλάκι είχε πετάξει». Έτσι, το έργο ανασύρθηκε από τα αζήτητα μετά από δυόμιση χρόνια και η σύμβαση με τον ανάδοχο υπογράφηκε τον Ιούνιο του 2006. Αφού δε ξεπεράστηκαν και κάποια άλλα προβλήματα, οι προθεσμίες κάθε σταθμού άρχισαν να τρέχουν η μία μετά την άλλη το δεύτερο εξάμηνο του 2007. «Να τρέχουν» τρόπος του λέγειν, γιατί δεν είχε προλάβει να εκπυρσοκροτήσει το πιστόλι του αφέτη και έβαλαν τις πρώτες τρικλοποδιές οι συνήθεις “καλοθελητές” για να ακυρωθεί η “κούρσα”, με συνέπεια τα πάντα να κολλήσουν στον βατήρα της εκκίνησης!
Εξαίρεση αποτέλεσε ο “κατιμάς” μέχρι τον οποίο δεν έφτανε η χάρη (τουτέστιν η επιρροή) των καλοθελητών. Και εκεί, βέβαια, υπήρξε μία εμπλοκή, αλλά, τελικά, οι εργασίες ξεκίνησαν στις αρχές του 2009. Μετ’εμποδίων, ωστόσο, λόγω αρχαιολογικών ευρημάτων.
Η διαβουκόληση
Αντίθετα, οι δύο σταθμοί της πρωτεύουσας βρέθηκαν ευθύς εξαρχής στο στόχαστρο της γνωστής και μη εξαιρετέας δημοτικής παράταξης που, μόλις δει να ξεκινά έργο, παθαίνει παράκρουση. Δεν έχασαν καιρό τα κατά τόπους πλοκάμια της και ως “περίοικοι” ή οργανώσεις περιοίκων άρχισαν να βομβαρδίζουν τα δικαστήρια με προσφυγές κατά των έργων και αιτήσεις ασφαλιστικών έργων.
Η παραπληροφόρηση πήγαινε σύννεφο. Παλαίμαχος ηθοποιός δήλωσε σε ραδιοφωνικό σταθμό ότι οι “περίοικοι” του σταθμού της Οδού Διοχάρους είχαν βρει κάτω από τα δέντρα της νησίδας του δρόμου σακούλες με περιεχόμενο μια περίεργη ουσία που, όπως απέδειξε ανάλυση, ξεραίνει τα δέντρα. Κυκλοφόρησε δε και φωτογραφία της νησίδας, στην οποία είχαν στηθεί τα χριστουγεννιάτικα έλατα που είχαν εγκαταλειφθεί στα πεζοδρόμια, για να εμφανιστεί πιο πυκνή η βλάστηση που υποτίθεται ότι κινδύνευε. Ο σταθμός τελικά έμπλεξε, όχι, όμως, λόγω των φαιδρών αιτιάσεών τους ή επειδή δικαιώθηκαν σε κάποιο δικαστήριο (αντίθετα δεν δικαιώθηκαν), αλλά γιατί αποδείχθηκε ότι βρίσκεται μέσα στην Β΄ Ζώνη Προστασίας του Υμηττού με βάση ένα υπό αναθεώρηση Προεδρικό Διάταγμα της δεκαετίας του 1970, το οποίο, ωστόσο, βασιζόταν σε ένα προπολεμικό χάρτη που στο συγκεκριμένο σημείο δεν εμφάνιζε δρόμο, ενώ εμφάνιζε το μεγαλύτερο μέρος της γύρω περιοχής άχτιστο!
Αυτή η εξέλιξη τους επέτρεψε να ρίξουν όλο το βάρος τους στον σταθμό του Α’ Νεκροταφείου. Αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων και προσφυγές ακολουθούσαν κάθε νέο διοικητικό βήμα, χάρις στην ευχέρεια που παρέχει ο νόμος να προσφεύγει κάποιος με την ίδια επιχειρηματολογία εναντίον κάθε απόφασης κ.λπ., ακόμα και αν πρόκειται για εκτελεστική μιας προηγούμενης. Έτσι, παραπέμφθηκαν στα δικαστήρια το Προεδρικό Διάταγμα Χωροθέτησης, η Άδεια Ίδρυσης, η Οικοδομική Άδεια και δεν συμμαζεύεται.
Το “βαρύ πυροβολικό” της επιχειρηματολογίας ήταν, ως συνήθως, η κοπή δένδρων. Ο συντελεστής αντικατάστασης – το ότι για κάθε δύο κομμένα δέντρα θα φυτευόταν τρία νέα – αποκρυβόταν επιμελώς. Από αυτό το επιχείρημα αναδεικνύεται και η έλλειψη σοβαρότητας: στα δικαστικά διαβήματα και στα υποστηρικτικά δημοσιεύματα ο αριθμός των δέντρων που κινδύνευαν να θυσιαστούν ξεκίνησε από 85 (στην πραγματικότητα δεν θα ξεπερνούσε τα 66) και έφτασε με τον καιρό τα 144! Φαίνεται ότι η καταμέτρηση βασιζόταν στην “επιστημονική” μέθοδο που είναι γνωστή ως «το παίγνιον της κολοκύνθης» (κοινώς «η κολοκυθιά»)!
Η τρομοκράτηση
Παρότι, όμως, κανένα αίτημα για ασφαλιστικά μέτρα δεν ευδοκίμησε εξαιτίας της αδύναμης επιχειρηματολογίας των, εργασίες δεν ξεκίνησαν. Ο λόγος: ο φόβος των αρμοδίων να αντιταχθούν στον ακτιβισμό των έξαλλων “ασκεριών” που προστρέχουν σε κάθε παρόμοια κινητοποίηση. Φόβος κατανοητός, από μία άποψη, αν σκεφτεί κανείς τα επεισόδια και το κάψιμο της περιοχής από κάποιους “μπουρλοτιέρηδες” στις αρχές του 2009, με αφορμή μία, άκομψη είναι η αλήθεια, απόπειρα της τότε δημοτικής αρχής να ξεκινήσουν οι εργασίες σε έναν δημοτικό χώρο στάθμευσης στην Οδό Πατησίων. Φόβος ακατανόητος, από μία άλλη άποψη, γιατί επιτρέπει στην παραμικρή δυναμική (αλλά κατά κανόνα μειοψηφική) ομάδα να επιβάλλει ετσιθελικά το δικό της.
Δύο φορές επιχειρήθηκε έναρξη των εργασιών, δύο φορές οι υπηρεσιακοί παράγοντες και το προσωπικό του αναδόχου βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους “περίοικους”, οι οποίοι είχαν την “εσωτερική πληροφόρησή” τους και είχαν στηθεί στην πλατεία από τα ξημερώματα. Ποιοι “περίοικοι” δηλαδή; Μερικές (ούτε τέσσερις) δεκάδες άτομα, όπως και στις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας που είχαν προηγηθεί παρά τις έξωθεν ενισχύσεις. Αλλά αποφασισμένα. Είναι χαρακτηριστικό της διάθεσής τους το ότι, όταν, την δεύτερη φορά, εκπρόσωπος του αναδόχου προσπάθησε να επιχειρηματολογήσει, μέλος της κουστωδίας του ιθύνοντος νου των κινητοποιήσεων (και δημοτικής συμβούλου) τον πήρε παράμερα και τον “συμβούλευσε” δημοκρατικότατα να αποχωρήσει γιατί με αυτά που λέει εκνευρίζει τον κόσμο που δεν ξέρει πως θα αντιδράσει!!!
Η αντιδικία
Σε κάποιο σημείο παρεμβλήθηκε και η δημοτική αρχή, η οποία, για να εκτονώσει την κατάσταση (στο Δημοτικό Συμβούλιο εννοείται), διεκδίκησε το μερίδιο του Δημοσίου από τα έσοδα και την εκμετάλλευση του σταθμού μετά τη λήξη της συμβατικής παραχώρησής της. Αυτή η διεκδίκηση έδωσε το πρόσχημα στον ψοφοδεή αρμόδιο υπουργό την ημέρα της δεύτερης απόπειρας να παραπέμψει το θέμα στην (διόλου απαραίτητη συμβατικά) γνωμοδότηση του Δημοτικού Συμβουλίου, αντί να ζητήσει να επιβληθεί η τάξη. Η γνωμοδότηση εκκρεμεί ακόμα, καθώς κανείς δεν ασχολήθηκε με το θέμα που χωρίζει κεντρική εξουσία και δημοτική αρχή, αν και αυτό μπορούσε να βρει τη λύση του παράλληλα με την υλοποίηση του σταθμού. Πρόσθετα, η μεν πλειοψηφία του προηγούμενου Δημοτικού Συμβουλίου δεν τολμούσε να φέρει το θέμα σε ψηφοφορία γιατί δεν ήθελε να πάρει μονοπαραταξιακά το βάρος της απόφασης, η δε σημερινή το αποφεύγει αφενός μεν γιατί η ίδια είναι διχασμένη παρά τις καλές προθέσεις του επικεφαλής της και πολλών στελεχών της, αφετέρου δε βρίσκεται (άδικα) αντιμέτωπη και με την εκδικητική αντίδραση των καταλοίπων της πρώην πλειοψηφίας.
Η αρνησιδικία
Αλλά δεν εκκρεμεί μόνον αυτή. Εκκρεμούν και οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των προσφυγών, αφού με την υποβολή κάθε νέας αναβάλλεται η εκδίκαση των προηγουμένων για συνεκδίκαση. Η παλιότερη έκλεισε ήδη πενταετία! Φωτεινή εξαίρεση κάποιες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου, οι οποίες εκδόθηκαν σχετικά γρήγορα και δικαίωσαν τις επιλογές της διοίκησης! Αυτή η καθυστέρηση «έριχνε νερό στον μύλο» των “περιοίκων”, οι οποίοι, ελλείψει επιχειρημάτων και δικαστικής δικαίωσης, ζητούσαν να μην γίνει τίποτε πριν αποφανθεί το ανώτατο δικαστήριο, γνωρίζοντας ότι όσο παρατεινόταν η καθυστέρηση μειώνονταν οι πιθανότητες να υλοποιηθεί το έργο.
Η διάψευση
Εν τω μεταξύ μεσολάβησε μία εξέλιξη με σημασία που ξεπερνάει κατά πολύ το τοπικό ενδιαφέρον του έργου. Με μία πολύ έξυπνη κίνηση ο Δήμαρχος της πρωτεύουσας ζήτησε πόρτα-πόρτα την γνώμη των πραγματικών περιοίκων. Το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης ήταν εντυπωσιακό. Πάνω από τα τρία τέταρτα εκδηλώθηκαν υπέρ της κατασκευής του χώρου στάθμευσης! Και αυτό παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε είχαν βομβαρδιστεί μονόπλευρα με την αντίθετη προπαγάνδα, η οποία δεν δίσταζε να προσφύγει στα πιο απίθανα μέσα παραπλάνησης. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος της πάλαι ποτέ συμπαθητικής καθημερινής εφημερίδας που απηχεί πλέον τις απόψεις (εξαλλοσύνες) της παράταξης. «Από πλατεία, υπόγειο γκαράζ» διαλαλούσε τεχνηέντως και ασύστολα, ενώ, στην πραγματικότητα, το σημερινό υπαίθριο γκαράζ θα γινόταν πλατεία και τα οχήματα θα κρύβονταν στα έγκατα της γης. Οι πολέμιοι του σταθμού είχαν πιαστεί εξαπίνης και δεν είχαν προλάβει να τρομοκρατήσουν με τον τρόπο που γνωρίζουν καλά τον κόσμο. Αυτή η εξέλιξη δεν τους άρεσε με αποτέλεσμα να φυγομαχήσουν κατά την ημερίδα σχετικά με τη σκοπιμότητα του που οργάνωσε ο Δήμος της Αθήνας.
Από μία άλλη σκοπιά, βέβαια, η δημοσκόπηση ήταν περιττή. Από επιστημονική έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου το 2007 οι Αθηναίοι είχαν αξιολογήσει με ποσοστό 77,6% ως δεύτερο σημαντικό πρόβλημα (αλλά με τον υψηλότερο δείκτη σημαντικότητας) την έλλειψη χώρων στάθμευσης. Πρόσθετα, την ίδια περίοδο περίοικοι και “περίοικοι” διαμαρτύρονταν γιατί το παρακείμενο Άλσος Λογγίνου κατακλυζόταν από αυτοκίνητα που δεν έυρισκαν να παρκάρουν αλλού! Αυτά και μόνο τα στοιχεία καθιστούν περιττή κάθε επιπλέον επιχειρηματολογία για την αναγκαιότητα του έργου.
Η ευρύτερη σημασία αυτής της εξέλιξης έγκειται στο ότι αποδείχθηκε περίτρανα αυτό που πολλοί υποψιάζονταν: πολύ συχνά (αν όχι σχεδόν πάντα) αυτές οι οργανώσεις “περιοίκων”, που ξεφυτρώνουν από το πουθενά οπότε αποφασιστεί να γίνει κάτι, δεν είναι παρά καλά οργανωμένες και με κατεύθυνση από συγκεκριμένα κέντρα μειοψηφίες που “καπελώνουν” (και φιμώνουν με την ψυχολογική και ιδεολογική τρομοκρατία που ασκούν) τις τοπικές κοινωνίες και μιλούν δήθεν εκ μέρους τους, χωρίς ποτέ να τις ρωτήσουν και συχνά χωρίς να έχουν την σύμφωνη γνώμη τους!
Η κατάληξη
Με αυτά και με άλλα, ο καιρός περνούσε και κάποια στιγμή, καθώς μεσολάβησε και το ξέσπασμα της κρίσης, κατέστη σαφές ότι δεν ήταν πια εφικτό να υλοποιηθεί μία σύμβαση που είχε συναφθεί με βάση προσφορά που μετρούσε οκτώ (και ήδη δέκα) χρόνια. Με την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί το μεν κράτος επιδιώκει να περισώσει ό,τι μπορεί, δηλαδή να λειτουργήσει ο ημιτελής “κατιμάς”, ο δε ανάδοχος να απαλλαγεί από όλα αφού στο μεσοδιάστημα ακόμα και το “φιλέτο” είχε ξεπέσει σε “κατιμά”!
Αποτέλεσμα; Η σκοταδιστική αντίδραση, που δεν θέλει να δει άσπρη μέρα η χώρα, έχασε τόσο την επικοινωνιακή μάχη, όσο και όλες τις δικαστικές μάχες που δόθηκαν ως τώρα. Κέρδισε, όμως, τον πόλεμο, έστω και προσωρινά, χάρη στην ουσιαστική αρνησιδικία της δικαιοσύνης, στη δειλία των πολιτικών και στον σφετερισμό της έκφρασης της κοινωνίας.
Δίδαγμα: τα κατάντια της χώρας δεν είναι τυχαία!
Υστερόγραφο: Ο προπηλακισμός και το “γιαούρτωμα” των κομματικών εντεταλμένων στο Τυμπάκι από κατοίκους της περιοχής, τους οποίους πήγαν να ξεσηκώσουν εναντίον του διαμετακομιστικού λιμανιού που προγραμματίζεται να κατασκευαστεί εκεί, δεν θα πρέπει να εξέπληξε κανένα και, πρωτίστως, τα θύματα των επεισοδίων. Θα έπρεπε να ξέρουν ότι ο κόσμος θα καταλάβαινε κάποτε ότι δεν είναι δυνατόν να είναι τόσο επιβλαβές κάθε, μα κάθε επενδυτικό σχέδιο. Θα αντιλαμβανόταν ότι οι περιβαλλοντικοί, αρχαιολογικοί και λοιποί λόγοι που επικαλούνται δεν είναι παρά προφάσεις εν αμαρτίαις για την εξυπηρέτηση του κακόβουλου στόχου τους που δεν είναι άλλος παρά η, με την υπονόμευση κάθε προσπάθειας οικονομικής ανόρθωσης, πλήρης εξαθλίωση του λαού, η οποία, όπως ευελπιστούν, είτε θα τους προσφέρει κομματικά οφέλη είτε θα αποτελέσει τον σπινθήρα της κοινωνικής εξέγερσης που ονειρεύονται. Έπαιζαν χρόνια «εν ου παικτοίς» και ήρθε η ώρα να το πληρώσουν. Μόνο που σε καιρό κρίσης (και απελπισίας) το “αντίτιμο” δεν κινείται πάντα στα όρια της κοσμιότητας.
Θα έπρεπε, επιπρόσθετα, να συνειδητοποιήσουν ότι, με την τακτική τους να “ανησυχούν” κάθε φορά για το περιβάλλον, θα την πάθουν κάποια στιγμή όπως ο βοσκός που ξεσήκωνε τους συγχωριανούς του επειδή είχε δήθεν εμφανιστεί λύκος: θα έρθει η ώρα που θα υφίσταται όντως οικολογική απειλή και κανείς δεν θα τους παίρνει στα σοβαρά!Το επεισόδιο στο Τυμπάκι, όμως, είναι χρήσιμο και για εκείνους που δεν έχουν άμεση σχέση με τα γεγονότα και δίνουν πίστη στα φληναφήματα των μόνιμα “ανήσυχων” πολιτών: τους διδάσκει ότι συχνά τον θόρυβο τον ξεσηκώνουν μικρές “τηλεκατευθυνόμενες” ομάδες χωρίς επαρκή επιτόπια αντιπροσωπευτικότητα και υποστήριξη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου