("Εφημερίδα του Κ.Σ.Μ."/τεύχος 159/Απρίλιος 2012)
Το άκουσμα της διαχρονικής κριτικής της “αριστεράς”, δηλαδή του συνόλου των κομμουνιστικής προέλευσης εκφάνσεων της ελληνικής αριστεράς, για τα κατάντια της χώρας και, κυρίως, για τον επιμερισμό των ευθυνών, φέρνει αναπόφευκτα στο νου τα λόγια του Λυσία στον «Υπέρ Αδυνάτου» λόγο του: «ούτε χρήματα διαχειρίσας της πόλεως δίδωμι λόγον αυτών, ούτε αρχήν άρξας ουδεμίαν ευθύνας υπέχω νυν αυτής». Κοντολογίς: «νίπτω τας χείρας μου»! Την άποψη αυτή την συμμερίζονται και αρκετοί άλλοι, συχνά με την ιδιοτέλεια να επωφεληθούν από την επίρριψη των ευθυνών στα δύο κόμματα που κυβέρνησαν την χώρα την τριακονταετία του κατήφορου· την “επαίσχυντη τριακονταετία” (“opprobrious thirty” ή “trente honteuses”), όπως θα μπορούσε να αποκληθεί κατ’ αντιδιαστολήν προς την “περικλεή τριακονταετία” (“glorious thirty” ή “trente glorieuses”) των ετών 1945 έως 1975 (ή, κατ’άλλους, 1943 έως 1973) της αδιατάρακτης κεϋνσιανής μεταπολεμικής ανάπτυξης της Ευρώπης.
Είναι, όμως, έτσι; Κάθε άλλο! Μπορεί οι διάφοροι ηγετίσκοι αυτής της “αριστεράς” να θέλγονται από αυτήν την απέκδυση ευθυνών και «ευλογώντας τα γένια τους» να της ψάλλουν αυτάρεσκα και στο πνεύμα των ημερών: «Άσπιλε, Αμόλυντε, Άφθορε, Άχραντε, Αγνή Παρθένε…», αλλά τόσο η ιστορία όσο και η πραγματικότητα δεν τους επιβεβαιώνουν. Πρόκειται για την αυθυποβολή ενός ιδεολογήματος εγγενούς αθωότητας της αριστεράς ή για την πίστη στην αποτελεσματικότητα των καθημερινών λουσιμάτων στα καθαρτήρια νερά μιας πολιτικής Κανάθου, που αποκαθιστά αενάως την σε καθημερινή βάση απώλεια της αθωότητάς της!
Κατ’αρχάς γιατί ευθύνες δεν δημιουργεί μόνον η άσκηση εξουσίας, αλλά και η αποφυγή της. Και η επιλογή της “αριστεράς” να περιορίζεται σε έναν καταγγελτικό λόγο που «χαϊδεύει αυτιά» την καθιστά υπεύθυνη απροθυμίας αναζήτησης ρεαλιστικών λύσεων. Ο δε λαός, που βαυκαλίζεται ότι εκπροσωπεί κατ’ αποκλειστικότητα, λέει πως «όποιος είν’έξω απ’τον χορό, πολλά τραγούδια ξέρει»! Είναι αλήθεια ότι η “αριστερά” δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει την τραυματική εμπειρία της “συγκυβέρνησης” του 1989, που την έφερε αντιμέτωπη με συντεχνίες και αντιδημοκρατικές διεκδικήσεις που ως τότε “λιβάνιζε” και εξακολούθησε μετέπειτα να “λιβανίζει”. Επειδή, όμως, αναγκάστηκε τότε να τις καταγγείλει, όπως μπορεί να διαπιστώσει από τα φιλικά της έντυπα εκείνης της εποχής, αποφεύγει έκτοτε «όπως ο διάβολος το λιβάνι» κάθε κυβερνητική ευθύνη.
Δεύτερον, γιατί υπέχει ευθύνες και για το πολιτικό τοπίο που διαμορφώθηκε στη συνέχεια, εξαιτίας τόσο της επιλογής της να συγκυβερνήσει όσο και της επιλογής της να περιορίσει στο ελάχιστο το πεδίο δράσης αυτής της συγκυβέρνησης.
Αλλά οι ευθύνες της δεν περιορίζονται σ’αυτήν την κυβερνητική της παρένθεση. Είναι διαχρονικές και, μάλιστα, υπερβαίνουν σε αρκετές περιπτώσεις εκείνες της εκάστοτε εξουσίας, οι δε συνέργειές της σε μικρά και μεγάλα “εγκλήματα” είναι κάτι παραπάνω από κραυγαλέες. Γιατί και «χρήματα διεχειρίσθη», έστω και εμμέσως, και, κυρίως, «αρχήν ήρξε»! Εκ του ασφαλούς, επιπλέον, καθώς τη δυσαρέσκεια για τα “κατορθώματά” της την εισέπραττε η εκάστοτε εξουσία.
Ελάχιστοι αρνούνται πια το ότι η καμπή, μετά την οποία δρομολογήθηκε η “κατρακύλα” της χώρας, τοποθετείται χρονικά στην αρχή της δεκαετίας του 1980. Μία από τις αιτίες της αποσάθρωσης υπήρξε η κομματικοποίηση των πάντων, από τα αθλητικά σωματεία ως τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, παράλληλα με την άλωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, την διάλυση της κρατικής μηχανής κ.λπ. κ.λπ… Αυτές, όμως, οι “ων ουκ έστιν αριθμός” και αθεράπευτες ως τώρα “πληγές του Φαραώ” δεν προέκυψαν με παρθενογένεση· κάποιοι τις σχεδίασαν και κάποιοι τις έφεραν σε πέρας. Και αν σε τελική ανάλυση εξυπηρετούσαν – και, όντως, εξυπηρέτησαν – την εγκαθίδρυση της μονοκρατορίας της νομενκλατούρας του ΠΑ.ΣΟ.Κ., τις διεκπεραίωσαν, όπως θα θυμούνται εκείνοι των οποίων η μνήμη δεν εμφανίζει επιλεκτικά κενά, «το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι άλλες δημοκρατικές δυνάμεις». Όπου οι (ψευδεπίγραφες συν τοις άλλοις) «άλλες δημοκρατικές δυνάμεις» δεν ήταν παρά οι κομματικοί σχηματισμοί των οποίων επίγονοι είναι τα σημερινά κόμματα της ελληνικής “αριστεράς”.
Αυτή και μόνο η υπενθύμιση θα αρκούσε για να κλείσει το θέμα. Θα αρκούσε και μία άλλη: ότι δεν υπήρξε περίπτωση κινητοποιήσεων ομάδων με παράλογες και εκβιαστικές αξιώσεις, καταστροφικές για την κοινωνία και τη χώρα, στις οποίες η “αριστερά” δεν πλειοδότησε και των οποίων τις πικρές επιπτώσεις γεύονται οι πολίτες σήμερα, δεν υπήρξε λαϊκίστικη πολιτική, στην οποία δεν υπερθεμάτισε καθιστώντας το πολιτικό κόστος της αντίστασης και της εξυγίανσης δυσβάστακτο. Αλλά δεν θα ήταν άσκοπη μία επισήμανση και άλλων συνεργειών, τουλάχιστον μερικών, για ένα φρεσκάρισμα της μνήμης ή/και ένα ξύπνημα της κρίσης.
Την ίδια εποχή, λοιπόν, η παιδεία και, ιδιαίτερα, η ανώτατη εκπαίδευση παραδόθηκε στις κομματικές νεολαίες και σε ένα διδακτικό προσωπικό που “καθηγητοποιήθηκε” μέσα σε μια νύχτα, χωρίς να διαθέτει τα αναγκαία προσόντα, αφού είχε τοποθετηθεί στα διάφορα πόστα με μοναδικό κριτήριο το καταλάγιασμα της αντιδικτατορικής οργής από το μέχρι τότε καθηγητικό κατεστημένο. Έκτοτε, οι δύο αυτές δυνάμεις διαφεντεύουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, βυθίζοντάς τα συνεχώς βαθύτερα στο τέλμα. Με δύο συνάμα μοχλούς και στόχους: τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους με την αποφασιστική συμμετοχή τους στην ανανέωση του προσωπικού και με την δυναμική απόρριψη κάθε εξυγιαντικής προσπάθειας. Το ποιος καθόριζε την πορεία αποδεικνύεται περίτρανα από τις κομματικές ταυτότητες των διαδοχικών ηγεσιών της διαβόητης Π.Ο.Σ.Δ.Ε.Π. (Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού & Ερευνητικού Προσωπικού), στις οποίες η “αριστερά” διέθετε μία εκπροσώπηση σε πλήρη αναντιστοιχία ως προς την απήχησή της στην κοινωνία. Μόλις πριν από μία διετία οι παρατάξεις της έχασαν τον απόλυτο έλεγχο, χωρίς να την απαλλάξουν ολότελα από τη νοσηρή επιρροή των! Έτσι, απορρίφθηκαν υποψηφιότητες για εκλογή ως καθηγητών επιφανών επιστημόνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό για να προωθηθούν ιδεολογικά συγγενείς μετριότητες ή και μηδαμινότητες. Έτσι, στο όνομα του πανεπιστημιακού ασύλου για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών (!) και με τη βοήθεια “παραπανεπιστημιακών” (κατά το “παρακρατικών”) οργανώσεων, καταστρατηγήθηκε αυτή η ίδια η ελευθερία διατύπωσης γνώμης και επιβλήθηκε ένας ιδεολογικός αριστερός – ακροαριστερός μονόλογος. Έτσι, τα πανεπιστημιακά κτήρια μετατράπηκαν σε άντρα παρανομίας και τρομοκράτησης των πάντων. Ποιανού ευθύνη είναι αυτά τα κατάντια, αν όχι αυτών που συντηρούν ακόμα και με άκρατη βία τις γενεσιουργές αιτίες τους και παρέχουν κάθε ηθική υποστήριξη και πολιτική κάλυψη στους αυτουργούς;
Ποιανού ευθύνη είναι και “τα έργα και οι ημέρες” των σπλάχνων της “αριστεράς” που κατέλαβαν δημόσιες θέσεις; Γιατί ένα άλλο πεδίο, στο οποίο διαπρέπει η “αριστερά”, είναι η εκμετάλλευση αυτών των δημόσιων θέσεων από τα στελέχη της όχι για τη διεκπεραίωση του έργου με το οποίο ήταν επιφορτισμένα, αλλά ως “δούρειου ίππου” για την προώθηση και την εφαρμογή των ιδεοληψιών της. Πρακτική αντιδεοντολογική, γιατί ένας δημόσιος λειτουργός έχει ως αποστολή να υλοποιεί τις πολιτικές εκείνων, οι οποίοι εκλέγονται για να τις σχεδιάσουν και οι οποίοι λογοδοτούν για αυτές. Και όχι για να επιβάλλει τις προσωπικές του επιλογές ή τις επιλογές των καθοδηγητών του. Στην αποτελεσματικότητα αυτού του εγχειρήματος συμβάλλουν οι καθηγητικές θέσεις που έχει “καπαρώσει” η “αριστερά”, η αίγλη που παρέχουν στους κατόχους των και η προτεραιότητα που προσφέρουν στην στελέχωση επιτροπών, συμβουλίων και διαβουλίων… Έτσι, πολλά στελέχη της βρέθηκαν και βρίσκονται σ’αυτές τις πλεονεκτικές θέσεις ή καταφέρνουν να βραχυκυκλώνουν με δικούς τους ανθρώπους πλήθος κρατικών μηχανισμών. Δεν είναι τυχαίο ότι οι κυρίες Δραγώνα και Ρεπούση, οι οποίες, με τις πρωτοβουλίες τους, έφεραν σε δύσκολη θέση τους πολιτικούς προϊστάμενούς τους, συγκατοικούν στην ίδια αριστερή κομματική παράταξη σήμερα. Δεν είναι τυχαίο το ότι η κυρία Πορτάλιου που τορπιλίζει κάθε έργο στην Αθήνα, με το κύκλωμα που διαθέτει στις υπηρεσίες του Δήμου (και όχι μόνον), στεγάζεται πολιτικά σε συγγενικό κομματικό χώρο. Οι ενέργειές τους, ωστόσο, έχουν επιπτώσεις. Και για αυτές τις επιπτώσεις η “αριστερά” φέρει ακέραια την ευθύνη.
Είναι εξίσου υπεύθυνη για τις ολέθριες για τη χώρα, αλλά και για τους εργαζόμενους τους οποίους υποτίθεται ότι προστατεύει, συνέπειες των πρακτικών των συνδικάτων που ελέγχει. Όταν, για παράδειγμα κάποιοι ναυτεργάτες, με την καθοδήγηση του Π.Α.Μ.Ε. και τις ευλογίες όλων των κομματικών εκφράσεών της, απαγορεύουν την αποβίβαση ή την επιβίβαση επιβατών κρουαζιεροπλοίων είτε καταλαμβάνουν τους καταπέλτες ακτοπλοϊκών σκαφών και εμποδίζουν ή ματαιώνουν τον απόπλου τους, πλήττουν ανεπανόρθωτα τον μοναδικό παραγωγικό τομέα της χώρας που δεν επηρεάζεται άμεσα από την κρίση. Το ίδιο όταν αποκλείονται για ώρες οι είσοδοι μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων για θέματα που δεν έχουν καμία σχέση με τη λειτουργία τους. Έτσι, όμως, οι ενέργειές τους επηρεάζουν αρνητικά τις επιχειρήσεις που εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα, οι δε συνέπειες δεν περιορίζονται μόνο στους εργαζόμενους σε αυτές, αλλά διαχέονται βαθμιαία σ’όλη την κοινωνία. Η επίκληση της δικαιολογίας ότι πρόκειται για “απεργία” είναι ολότελα κακοπροαίρετη και προσχηματική. Απεργία σημαίνει αποχή από την εργασία του απεργού και όχι παρεμπόδιση εργασίας μη απεργών και τρίτων ή, ακόμα χειρότερα, ομηρεία ατόμων που δεν έχουν καμία εμπλοκή στις σχέσεις εργοδοσίας και εργαζομένων. Πολύ δε περισσότερο όταν δεν πρόκειται καν για αντιδικία εργοδοσίας και εργαζομένων, αλλά για αντίδραση σε πολιτικές επιλογές, αντίδραση για την έκφραση της οποίας δεν έχουν καμία νομιμοποίηση και δικαιοδοσία! Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν πρόκειται για απεργία, αλλά για καθαρά “τραμπούκικη” κατάλυση κάθε έννοιας νομιμότητας και κοινωνικού συμβολαίου.
Ανάλογα, είναι υπεύθυνη για τις συνέπειες στην οικονομική ζωή του τόπου και για την ταλαιπωρία των πολιτών από τον στραγγαλισμό των κέντρων πόλεων από μερικές δεκάδες διαδηλωτές “για ψύλλου πήδημα” κάθε μια και δυο. Εξαιτίας τους χάνονται ώρες εργασίας, μειώνεται η παραγωγικότητα και παρακμάζουν επιχειρήσεις. Και αυξάνεται η ανεργία. Δηλαδή αφορμή-πρόσχημα για να κατέβουν πάλι στο δρόμο! Είναι υπεύθυνη και για τις ζημιές (αλλά και τις δολοφονίες) που προκαλούν οι “ταραξίες” που βρίσκουν καταφύγιο μεν στα μπλοκ των διαδηλωτών της, ηθική δικαίωση δε στις δηλώσεις των ηγετίσκων της “αριστεράς”, με τις οποίες υποτίθεται ότι καταδικάζουν τις εκδηλώσεις βίας.
Θα ήταν μακρύς ο κατάλογος της παράθεσης όλων των περιπτώσεων, για τις οποίες αυτή η ιδιότυπη “αριστερά” φέρει ακέραιη την ευθύνη. Περιπτώσεις για τις οποίες η ευθύνη των κομμάτων εξουσίας περιορίζεται στο ότι, είτε λόγω ιδεολογικής τρομοκρατίας είτε λόγων ενοχικών αισθημάτων, δεν τις αντιμετωπίζουν, όπως οφείλουν, δυναμικά για να απαλλάξουν την κοινωνία από τις επιπτώσεις της ανευθυνότητας της “αριστεράς”. Θα ήταν, ωστόσο, μάταιο να περιμένει κανείς από αυτήν την “αριστερά” κάποια μεταμέλεια ή εκλογίκευση. Όσο η κοινωνία δηλητηριάζεται από τον κυρίαρχο λαϊκισμό και όσο οι αρνητικές παρενέργειες των πρωτοβουλιών της διαλύονται σε ένα αμάλγαμα δυσαρέσκειας που, τελικά, εκφράζεται με αποστροφή προς αυτόν που κυβερνά, δεν έχει κανένα λόγο να αλλάξει. Ήταν, είναι και θα παραμείνει πολλαπλά και απύθμενα “ανεύθυνη”!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου