("Ἐφημερίδα τοῦ Κ.Σ.Μ."/τεῦχος 167/Αὔγουστος 2013)
Μέχρι πρόσφατα ο “πολλαπλασιαστής”, ως όρος, ήταν γνωστός στον πολύ κόσμο μόνο ως το alter ego του “πολλαπλασιαστέου” της αριθμητικής πράξης του πολλαπλασιασμού. Η δυνατότητα κάλυψης με αυτόν και άλλων εκφραστικών αναγκών έγινε αντιληπτή όταν βούιξε ο τόπος από την παραδοχή της χρήσης μιας λανθασμένης τιμής (στην πραγματικότητα κακής εκτίμησης αυτής) στον (δημοσιονομικό) πολλαπλασιαστή ενός μεγέθους της ελληνικής οικονομίας, εξαιτίας της οποίας η πορεία της τελευταίας εξελίχθηκε επί το δυσμενέστερον σε σχέση με τις προβλέψεις των ειδημόνων.
Η συνέπεια αυτής της υποεκτίμησης ήταν ο πολλαπλασιασμός της χρήσης του όρου σε πεδία από τα οποία απουσίαζε μέχρι πρότινος, με αποτέλεσμα να μην ξενίσει ο χαρακτηρισμός του ελληνικού κράτους ως “πολλαπλασιαστού” της ενδημικής παραβατικότητας των κατοίκων του. Και αυτό σε μία περίοδο κατά την οποία θα έπρεπε να λειτουργεί ως “διαιρέτης” της και να καλλιεργεί την αίσθηση της ανάγκης τήρησης των νόμων. Αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστον για να επιτύχει έναν από τους μνημονιακούς στόχους: την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Στόχο τον οποίο όφειλε να κυνηγάει ακόμα και τα χρόνια της επιφανειακής ευμάρειας. Αν το επιχειρούσε εγκαίρως πιθανόν να ήταν αχρείαστα τα μνημόνια.
Εντούτοις, οι κόποι του πάνε μάλλον στράφι. Όχι γιατί δεν το κάνει με πολλή ζέση (και δεν το κάνει). Ούτε γιατί δεν δίνει το καλό παράδειγμα (και δεν το δίνει). Αλλά γιατί την ίδια στιγμή εξακολουθεί την πατροπαράδοτη τακτική του να κάνει τα στραβά μάτια μπρος στην γενικευμένη ανομία. Αν δεν την ενθαρρύνει κιόλας! Και αν ένας λαός δεν πειστεί ότι όλοι οι νόμοι, όσο σκληροί και αν είναι, είναι νόμοι και πρέπει να τηρούνται, δεν πρόκειται να πεισθεί ότι μία περίπτωση - και συγκεκριμένα η φοροδιαφυγή - αποτελεί εξαίρεση της ανεκτής παραβατικότητας. Όταν αυτή γίνεται δεύτερη φύση, δεν κάνει διάκριση των υποχρεώσεων απέναντι στον νόμο. Δυστυχώς, η ελληνική πολιτεία δεν δείχνει να το έχει αντιληφθεί. Ή, σύμφωνα με μία άλλη εξήγηση, δεν είναι διατεθειμένη να καταβάλει το αναγκαίο τίμημα σε πολιτικό κόστος για αυτόν τον σκοπό. Προτιμά, αφότου από ουδέτερος διαιτητής έγινε σημαντικός παίκτης στα κοινωνικά παιχνίδια, να εκταμιεύει το κεφάλαιο ανοχής που διαθέτει οπότε προκαλείται αναταραχή από την αποκάλυψη αθέμιτων προνομίων του ως πολιτικού συστήματος και ως γραφειοκρατικής τάξης.
Από την άλλη σκοπιά τώρα, η παραβατικότητα δεν χαρακτηρίζει όλους τους πολίτες. Ίσως ούτε καν την πλειονότητά τους. Δυστυχώς, όμως, η επιρρεπής σε παραβατική συμπεριφορά μειοψηφία δίνει το στίγμα. Για παράδειγμα, σε μία οδική αρτηρία, ακόμα και αν όλα τα υπόλοιπα οχήματα σεβαστούν τη σχετική απαγόρευση, αρκεί να σταθμεύσουν δύο παράνομα για προκαλέσουν κυκλοφοριακή συμφόρηση. Αυτά, όμως, τραβούν το βλέμμα, αυτά είναι η αιτία της εικόνας που μένει, αυτά προκαλούν τη δυσφορία.
Την παραβατικότητα, λοιπόν, την ενθαρρύνει το ελληνικό κράτος με την ανεπαρκή έως ανύπαρκτη αστυνόμευση και την ατιμωρησία των παραβατών ή την επιείκεια προς αυτούς. Την ενισχύει με ψήφιση νόμων που δεν έχει την πρόθεση να εφαρμόσει ή τα “κότσια” να επιβάλει. Την θεσμοθετεί με τα διάφορα “παράθυρα” των νόμων που τελικά ακυρώνουν τον ίδιο τον νόμο. Και την πολλαπλασιάζει γιατί με την συμπεριφορά του εξωθεί τους πιο ευάλωτους από τους νομοταγείς να βαρεθούν να παριστάνουν τα “κορόιδα” της υπόθεσης και να μιμηθούν τους υποτίθεται “ξύπνιους”!
Το που οδηγεί αυτή η τακτική του κράτους αναδεικνύεται πανηγυρικά στους δρόμους της χώρας, που τους καταδυναστεύουν οι “τσαμπουκαλήδες” και οι “τραμπούκοι” της ασφάλτου μετά την άνωθεν εντολή χαλάρωσης των ελέγχων στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Τα παραδείγματα αδιαφορίας του για την ανεπάρκειά του και τα παραφερνάλιά της καταδιώκουν την κοινωνία από παλιά. Όπως από τότε που, παρά την ύπαρξη διατάξεων κατά της ηχορύπανσης, αποκαλύφθηκε ότι τα μηχανοκίνητα δίτροχα που εισάγονται στην χώρα έχουν σχεδιασθεί ειδικά για την περίπτωση για να ξεκουφαίνουν τον κόσμο, χωρίς να ιδρώσει το αφτί κανενός αρμοδίου. Όπως από την θεσμοθέτηση - παγκόσμια πρωτοτυπία - κυρίως των “ημιυπαιθρίων” χώρων των πολυκατοικιών (και λιγότερο από την νομιμοποίηση της οικοδομικής αλλοίωσης από το κλείσιμό τους). Όπως από την καθολική περιφρόνηση του πρόσφατου «αντικαπνικού νόμου» από τους καπνιστές, που έχει κάνει τη χώρα καταγέλαστη στο εξωτερικό.
Οι περιπτώσεις τελειωμό δεν έχουν. Μερικές πρόσφατες έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Για παράδειγμα η πολιτεία αποφάσισε (ορθώς) να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή. Ένα από τα μέτρα που πήρε ήταν η ενθάρρυνση της συλλογής αποδείξεων πληρωμής από τους πολίτες. Την ίδια στιγμή, όμως, επέτρεψε την χρήση μηχανών εκτύπωσης αποδείξεων οι οποίες, από τη φύση τους και όχι εξαιτίας κάποιας κακομεταχείρισης, δεν διαβάζονται μετά από παρέλευση σύντομου χρονικού διαστήματος. Αν αυτό θεωρηθεί παρωνυχίδα γιατί η μόνη του επίπτωση είναι η ταλαιπωρία του “αποδειξιοσυλλέκτη” πολίτη, δεν συμβαίνει το ίδιο με την “κοροϊδία” της υποχρέωσης έκδοσης αποδείξεων από ορισμένους επαγγελματίες. Όπως τα ταξί και τα πρατήρια καυσίμων. Το λογικό θα ήταν να εφοδιαστούν με μηχανές συνδεδεμένες με το ταξίμετρο ή τις αντλίες καυσίμων αντίστοιχα και να εκδίδουν αυτόματα αποδείξεις μόλις πέσει η “σημαία” ή μόλις διακοπεί τελικά η ροή καυσίμου. Πολλοί οδηγοί ταξί και πρατηριούχοι εφοδιάστηκαν με τέτοιες μηχανές. Υπήρξαν, όμως, και οι “ξύπνιοι” που εκμεταλλεύτηκαν είτε κάποιο παράθυρο είτε την αδιαφορία του κράτους και στη θέση τους εγκατέστησαν μηχανές που ενεργοποιούνται από τους ίδιους και εκτυπώνουν αποδείξεις μόνο αν το ζητήσει ο πελάτης, δηλαδή ελάχιστες φορές.
Ένα άλλο παράδειγμα, όμως, είναι ακόμα πιο εύγλωττο. Τα κάθε είδους οχήματα οφείλουν να φέρουν πινακίδες κυκλοφορίας. Οι πινακίδες είναι κατά κάποιον τρόπο οι “ταυτότητες” των οχημάτων για την οπτική αναγνώρισή τους σε περίπτωση ατυχήματος κ.λπ. Μάλιστα, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας προβλέπει πρόστιμο τριακοσίων ευρώ για όποιον «θέτει σε κυκλοφορία όχημα, το οποίο δεν έχει τοποθετημένες και τις δύο πινακίδες αριθμού αυτοκινήτων» και για όποιον «οδηγεί όχημα του οποίου οι πινακίδες δεν είναι, για οποιοδήποτε λόγο, ευκρινώς ορατές ή αναγνωρίσιμες από τεχνικά μέσα βεβαίωσης παραβάσεων ή τοποθετεί επ’αυτών μη αντανακλαστικό υλικό.». Περιέργως, πάντως, το σχετικό πρόστιμο στην περίπτωση φορτηγών μειώνεται στο ένα τρίτο.
Παρά, λοιπόν, την αυστηρή διατύπωση του Κ.Ο.Κ., που είναι νόμος του κράτους, στη χώρα κυκλοφορούν ανενόχλητα οχήματα με ξασπρισμένα ή λασπωμένα τα ψηφία της πινακίδας! Όχι, μάλιστα, εξαιτίας τυχαίου γεγονότος, όπως πιστοποιούν οι περιπτώσεις καθαρισμού της λάσπης γύρω από την πινακίδα! Επιπλέον, κυκλοφορούν οχήματα με πινακίδες ξένων κρατών, οι οποίες έχουν αποσυρθεί εδώ και χρόνια. Με αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες των να μην πληρώνουν τέλη κυκλοφορίας (ή κάποια αντίστοιχα τέλη) ούτε στο εσωτερικό ούτε στο εξωτερικό. Σ’αυτά, προστέθηκαν τελευταία και τα οχήματα, των οποίων οι ιδιοκτήτες κατέθεσαν τις πινακίδες για να μην πληρώνουν τα σχετικά τέλη. Η κατάθεση των πινακίδων συνεπάγεται την ακινησία του οχήματος, την οποία καταστρατηγούν πολλοί γνωρίζοντας ότι η πιθανότητα να ελεγχθούν είναι απειροελάχιστη, η δε πιθανότητα να υποστούν κυρώσεις ακόμα πιο μικρή τόσο λόγω της ανεκτικότητας των αρμοδίων οργάνων, όσο και λόγω του λαϊκισμού των εξ επαγγέλματος υποστηρικτών κάθε “κακομοίρη”. Το αποκορύφωμα, όμως, της παραβατικότητας είναι η εσκεμμένη τοποθέτηση “φυμέ” υλικού πάνω στις πινακίδες, παρότι απαγορεύεται ρητά. Πρόκειται για πατεντάτη κακόβουλη απάτη που έχει ως στόχο την μη ταυτοποίηση του οχήματος από «τεχνικά μέσα βεβαίωσης παραβάσεων», αλλά και από μηχανισμούς αναγνώρισης πινακίδων σε πύλες διοδίων, χώρους στάθμευσης κ.λπ., και κυρίως για να μην είναι αναγνωρίσιμη η πινακίδα αν το όχημα προκαλέσει ατύχημα και ο οδηγός του τραπεί σε φυγή με αυτό! Και όμως, παρότι αυτή η παράβαση – απάτη μπορεί να διαπιστωθεί ανά πάσα στιγμή, ένα σωρό αυτοκίνητα (ιδίως ακριβά και σπορ) κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα και ανενόχλητα στους δρόμους με πινακίδες σκόπιμα μη αναγνωρίσιμες ούτε καν καταμεσήμερο με το μάτι και από ελάχιστη απόσταση! Και ουδείς (τύποις αρμόδιος) συγκινείται!
Φαίνεται ότι στη «χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας» ισχύει κατ’εξαίρεσιν ένας μοναδικός πρόσθετος μακαρισμός: «Μακάριοι οι ασυνείδητοι και κατεργαραίοι ότι αυτοί ουκ ενοχληθήσονται»! Οι υπόλοιποι πληρώνουν (και την πληρώνουν) για λογαρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου